Θερμοπύλαι !

Στενό ανάμεσα στις ΝΑ υπώρειες του Καλλίδρομου και του Μαλιακού κόλπου, που αποτελούσε τη μόνη βατή οδό από τη Φθιώτιδα ώς τη Λοκρίδα. Ονομάστηκε έτσι από τις ιαματικές πηγές που υπήρχαν στην περιοχή, αλλά η στρατηγική σημασία του στενού άσκησε μεγάλη επίδραση στις τύχες της Ελλάδας, ιδίως στην αρχαιότητα. Οι αρχαίοι έδιναν στις Θερμοπύλες και άλλα ονόματα (Πύλαι, Στενά, Δίοδοι, Έσοδοι, Πάροδοι κ.λπ.). Οι θερμές πηγές των Θερμοπυλών ήταν αφιερωμένες στον Ηρακλή. Υπήρχαν, μάλιστα, βωμός και ιερό του ήρωα κοντά στις πηγές. Ο Ηρώδης ο Αττικός, με προσωπική δαπάνη του, έχτισε νέους λουτήρες στις Θερμοπύλες. Ο Παυσανίας, που είδε τους νέους αυτούς λουτήρες, εγκωμιάζει ιδιαίτερα το διαμέρισμα που ήταν προορισμένο για τις γυναίκες. Την εποχή που ο Ηρόδοτος επισκέφθηκε τις Θερμοπύλες, το στενό είχε μήκος 1,5 χιλιόμετρο. Αριστερά του υπήρχε ένας βάλτος, δεξιά βρίσκονταν βράχοι κι έπειτα η θάλασσα. Το στενό είχε τρεις διόδους: ανατολική, δυτική και μεσαία. Τα πιο στενά σημεία βρίσκονταν στην ανατολική δίοδο και στη δυτική. Το έτος 480 π.Χ. η έκταση από τις θερμοπηγές ώς τη μεσαία δίοδο ήταν ανώμαλη λόγω θαλασσίων επιδράσεων και η θάλασσα έβρεχε τους πρόποδες των βραχωδών τοιχωμάτων της μεσαίας διόδου. Στην κωμόπολη Ανθήλη που βρισκόταν κοντά στα στενά, υπήρχε οικοδόμημα για τις συνεδριάσεις της Αμφικτιονίας των Θερμοπυλών. Πρώτος ιδρυτής των Αμφικτιονιών ήταν ο Αμφικτύων, γιος του Δευκαλίωνος και της Πύρρας, που βασίλευσε στην Αθήνα αφού εκθρόνισε τον πεθερό του Κραναό. Στην Ανθήλη υπήρχαν ιερό της Αμφικτιονίδος ή Πυλαίας Δήμητρος και ιερό αφιερωμένο στον Αμφικτύονα. Η Αμφικτιονία των Θερμοπυλών ιδρύθηκε το 1522 π.Χ. και τη θεωρούσαν την αρχαιότερη απ' όλες. Στην Αμφικτιονία αυτή μετείχαν τα ακόλουθα δωρικά φύλα: Θεσσαλοί, Βοιωτοί, Δωριείς, Ίωνες, Περραιβοί, Μάγνητες, Λοκροί, Οιταίοι, Αχαιοί, Φωκείς, Δόλοπες και Μαλιείς. Αρχικά οι αμφικτίονες στην Ανθήλη κάθονταν σε απλές πέτρες ημικυκλικά γύρω από ένα βωμό κι από το ιερό του Αμφικτύονος, συνεδριάζοντας στο ύπαιθρο. Αργότερα, οι συνεδριάσεις τους ονομάζονταν Πυλαίαι και στους ιστορικούς χρόνους επικράτησε η συνήθεια να γίνονται οι συνεδριάσεις των αμφικτιόνων στην Ανθήλη το φθινόπωρο. Οι ανοιξιάτικες συνεδριάσεις γίνονταν στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Νέα επιγραφικά ευρήματα διαφώτισαν όσα έγιναν αργότερα: Οι θύρες, ο βωμός, οι τοίχοι του ναού της Αμφικτιονίδος ή Πυλαίας Δήμητρος διορθώθηκαν. Ασφαλίστηκε με πύλη ο περίβολος της Κόρης, που φαίνεται πως βρισκόταν κοντά στο ναό της Δήμητρας. Τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ., οι Σπαρτιάτες, υπό τον βασιλιά Λεωνίδα, αντιμετώπισαν εκεί, αν και εξαιρετικά ολιγάριθμοι, την επίθεση μυριάδων Περσών του Ξέρξη. Ένα χρόνο πριν από την εισβολή του Ξέρξη, το φθινόπωρο του 481, συνήλθαν κοντά στον Ισθμό, σε κοινό συνέδριο, εκπρόσωποι (πρόβουλοι) των Αθηνών, της Σπάρτης και άλλων πόλεων της Στερεάς και των νησιών. Οι σύνεδροι δεσμεύτηκαν με όρκο να τιμωρήσουν αυστηρά μετά τον πόλεμο τις πόλεις εκείνες που θα προσχωρούσαν στον εχθρό χωρίς να τις εξαναγκάσει η βία. Τιμωρία τους θα ήταν η πληρωμή στον Απόλλωνα των Δελφών του δεκάτου από τα εισοδήματα της καθεμιάς (δεκατεύσαι τω εν Δελφοίσι θεώ). Η απόφαση του Θεμιστοκλή να δοθεί η αποφασιστική μάχη στη θάλασσα υπήρξε μεγαλοφυής. Πάντως, ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε να διατεθούν σχετικά λίγες δυνάμεις για την άμυνα στη στεριά και η εκλογή του στενού των Θερμοπυλών υπαγορεύτηκε από το οχυρό της θέσης, αφού ήταν η μόνη δίοδος από τη Θεσσαλία προς τη Στερεά, και η τεράστια περσική στρατιά δεν μπορούσε να αναπτύξει από εκεί τους αναγκαίους ελιγμούς για την προώθησή της. Την υπεράσπιση της στρατηγικής θέσης ανέλαβαν πελοποννησιακές δυνάμεις, κυρίως, και ανάμεσά τους 300 Σπαρτιάτες υπό τον βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα, ενώ για την άμυνα στη θάλασσα κινητοποιήθηκε ο ελληνικός στόλος (270 τριήρεις, από τις οποίες 100 αθηναϊκές), που ναυλοχούσε κοντά στο Αρτεμίσιο. Η επίθεση των στεριανών και ναυτικών δυνάμεων των Περσών εκδηλώθηκε σχεδόν ταυτόχρονα (τέλος Ιουλίου) εναντίον του Αρτεμισίου και του στενού των Θερμοπυλών. Και στα δύο μέτωπα οι περσικές δυνάμεις συνάντησαν τη σκληρή άμυνα των ελληνικών και ο αγώνας διήρκεσε τρεις ημέρες. Στο πρόσωπο του προδότη Εφιάλτη ο Ξέρξης βρήκε τον από μηχανής θεό, και περσικό απόσπασμα, περνώντας από τη δίοδο που του υποδείχθηκε, κατέλαβε επίκαιρες θέσεις στα νώτα των αμυνομένων. Τότε, ο όγκος των ελληνικών δυνάμεων, κατά προτροπή του Λεωνίδα, αναγκάστηκε να συμπτυχθεί και οι τριακόσιοι Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον βασιλιά τους, βρήκαν ένδοξο θάνατο στο λόφο Κολωνό (Ηρόδοτος, Ζ' 255). Μαζί με τους 300 του Λεωνίδα αγωνίστηκαν και 700 Θεσπιείς. Το επίγραμμα του Σιμωνίδη που χαράχτηκε στο μνήμα των σκοτωμένων Σπαρτιατών χαρακτηρίζει τη σιδερένια πειθαρχία των ανδρών αυτών στα κελεύσματα της Σπάρτης: Ω ξείν', αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι. Όταν οι ελληνικές τριήρεις πληροφορήθηκαν το τέλος της φρουράς των Θερμοπυλών, γύρισαν στον Σαρωνικό, όπου τη λύση έδωσε η ναυμαχία της Σαλαμίνας (βλέπε και: Ελληνοπερσικοί πόλεμοι).Μετά τη μάχη του 480, νέα πολεμικά γεγονότα συνέβησαν στις Θερμοπύλες το 279 π.Χ., όταν έγινε η επιδρομή των Γαλατών. Κάπου 170.000 Γαλάτες, υπό την αρχηγία του Βρέννου και του Ακιχωρίου μπήκαν στη Μακεδονία καταστρέφοντας τα πάντα διά πυρός και σιδήρου. Έπειτα κατέβηκαν στη Θεσσαλία κι έφτασαν μπροστά στις Θερμοπύλες. Εκεί, στο παλαιό προπύργιο της νοτιότερης Ελλάδας, αντιστάθηκαν εναντίον των βαρβάρων κάπου 14.000 Λοκροί, Φωκείς, Βοιωτοί, Αθηναίοι, Μεγαρείς και Αιτωλοί με επικεφαλής διάφορους στρατηγούς και τον Αθηναίο Κάλλιππον. Στο αναμεταξύ, η περιοχή των Θερμοπυλών είχε σε μερικά σημεία διαφοροποιηθεί. Το 426, κατά παράκληση των Δωριέων και Τραχινίων, οι Σπαρτιάτες είχαν χτίσει μια σημαντική πόλη, την Τραχινία Ηράκλεια, που απείχε από τη Λαμία κάπου 7 ρωμαϊκά μίλια (10,36 χιλιόμετρα) και από τις Θερμοπύλες 7 χιλιόμετρα. Όταν έγινε η επιδρομή των Γαλατών, οι Αιτωλοί από την Τραχινία Ηράκλεια έφραξαν στους Γαλάτες την αρχή του μονοπατιού του Εφιάλτη. Μάταια οι Γαλάτες επιχείρησαν αρχικά να κυριεύσουν εξ εφόδου κατά μέτωπο τη δίοδο, γιατί οι Έλληνες ανθίσταντο πίσω από το λεγόμενο τείχος των Φωκέων. Αλλά η θάλασσα προς το μέρος της μεσαίας διόδου του στενού ήταν τόσο λασπώδης, λόγω των εκβολών του Σπερχειού, ώστε δύσκολα προχωρούσαν εκεί τα πλοία των Αθηνών, και οι Γαλάτες από το ύψωμα της διόδου δεν βυθίζονταν στη θάλασσα αλλά σε βάλτο. Έπειτα όμως από μακρά αντίσταση, οι Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν διά θαλάσσης τις Θερμοπύλες. Χάρη σε προδοσία, οι Γαλάτες κατέλαβαν εύκολα την περιοχή προς νότο των Θερμοπυλών, αλλά δεν είναι ακριβής η πληροφορία πως πέρασαν από το ίδιο μονοπάτι που είχε υποδείξει ο Εφιάλτης στους Πέρσες, όπως υπαινίσσεται ο Παυσανίας. Ο Βρέννος, ο ένας από τους αρχηγούς των Γαλατών, έστειλε μέσω Θεσσαλίας ένα τμήμα του στρατού του στην Αιτωλία και ο ίδιος έσπευσε στους Δελφούς, όπου αποκρούστηκε από τους Έλληνες, τραυματίστηκε και πέθανε. Τα λείψανα από τα στίφη του Βρέννου και του Ακιχωρίου νίκησε και έδιωξε από την Ελλάδα το 277 π.Χ. ο βασιλιάς Αντίγονος Γονατάς. Οι Θερμοπύλες όμως έγιναν πεδίο μαχών κι αργότερα. Το καλοκαίρι του 191 π.Χ., ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Γ', που είχε εκστρατεύσει στη Θεσσαλία σαν απελευθερωτής των Ελλήνων, βρέθηκε αντιμέτωπος των Λακεδαιμονίων και του Φιλίππου Ε' της Μακεδονίας, που τάχθηκαν με το μέρος των Ρωμαίων. Στη μάχη που έγινε κοντά στις Θερμοπύλες, οι Ρωμαίοι μαζί με Μακεδόνες του Φιλίππου Ε' επιχείρησαν να κυριεύσουν τρία φρούρια που είχαν κατασκευάσει οι Αιτωλοί σε επίκαιρα ορεινά σημεία των στενών. Αρχικά δυσκολεύτηκαν, ο Κάτων όμως κατόρθωσε με παραπλανήσεις να ανεβεί στο Καλλίδρομο και να κυριεύσει το ομώνυμο τρίτο οχυρό των Αιτωλών, κυκλώνοντας έτσι τα στενά, με αποτέλεσμα την ήττα του Αντίοχου Γ' που μόλις κατόρθωσε να διαφύγει στην Εύβοια και έπειτα στην Έφεσο. Στο τέλος του 5ου αιώνα μ.Χ. τα στενά δεν ήταν πια τόσο δύσβατα και απόρθητα όσο άλλοτε και δεν τα φρουρούσαν αυστηρά. Έτσι, ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος στην επιδρομή του από Μακεδονίας μέχρι Σπάρτης, πέρασε εύκολα από τις Θερμοπύλες, που τις βρήκε εγκαταλελειμμένες. Τέλος, το 517 μ.Χ., στίφη έφιππων Ούννων πέρασαν από τις Θερμοπύλες. Σήμερα έχουν διασωθεί στην περιοχή των Θερμοπυλών υπολείμματα των βυζαντινών τειχών, που χτίστηκαν εκεί από τον Ιουστινιανό.
Ω ξείν' αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι"
δηλ.
Ω, διερχόμενε ξένε, ανήγγειλε στους Λακεδαιμόνιους, πως βρισκόμαστε θαμμένοι εδώ, πιστοί στο θέλημά τους"
Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ - 469 π.Χ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: